Καταλονία

Καταλονία
(ισπαν. Catalun∼a, καταλ. Catalunya). Ημιαυτόνομη περιοχή (32.114 τ. χλμ., 6.361.365 το 2001) της βορειοανατολικής Ισπανίας με πρωτεύουσα τη Βαρκελώνη. Ορίζεται Α από τη Μεσόγειο και Β από τα Πυρηναία και συνορεύει Ν με τη Βαλένθια και Δ με την Αραγονία. H Κ. είναι ορεινή σχεδόν στο σύνολό της και περιλαμβάνει τις νότιες κλιτύες των Πυρηναίων στα Α των Καταραμένων Ορέων (Malditos),όπου βρίσκεται το Πίκο ντ’ Ανέτο, η υψηλότερη κορυφή του συστήματος (3.404 μ.). Παράλληλα προς την ακτή και σε μήκος περίπου 250 χλμ. εκτείνονται δύο οροσειρές με υψηλότερη κορυφή τα 1.712 μ., στη Σιέρα ντε Μοντσενί. Εκτός από τη στενή παραλιακή λωρίδα, πεδινές ζώνες είναι μόνο οι κοιλάδες των ποταμών, κυριότεροι από τους οποίους είναι ο Τερ στα Β, ο Λιομπρεγκάτ στο κέντρο και ο Έβρος με τον παραπόταμό του, Σέγκρε, στα Ν. Για διάφορους ιστορικούς, γεωγραφικούς και οικονομικούς λόγους, ο πληθυσμός της K. βρίσκεται συγκεντρωμένος κυρίως στην επαρχία της Βαρκελώνης, την πιο πυκνοκατοικημένη ολόκληρης της Ισπανίας. Οι μεγαλύτερες πόλεις βρίσκονται κατά κανόνα στις ακτές ή στις όχθες των ποταμών, οι κοιλάδες των οποίων διευκολύνουν τις συγκοινωνίες. Η K. είναι παραδοσιακά βιομηχανική και εμπορική περιοχή και ευνοήθηκε από την ύπαρξη του λιμανιού της Βαρκελώνης, ενός από τα σημαντικότερα της Μεσογείου. Από τις βιομηχανίες, ιδιαίτερα σημαντική θέση κατέχουν η υφαντουργία (βαμβακερά και μάλλινα), η μεταλλουργία, η χημική βιομηχανία και η μηχανουργία. Σε ανάπτυξη βρίσκεται ο τουρισμός, κυρίως κατά μήκος της Κόστα Μπράβα. Η περιοχή αποτελείται από τέσσερις επαρχίες, οι οποίες έλαβαν την ονομασία τους από τις πρωτεύουσές τους (σε παρένθεση οι ονομασίες στα ισπανικά και ο πληθυσμός των επαρχιών σύμφωνα με την απογραφή του 2001): Βαρκελώνη (Barcelona,4.805.927 κάτ.), Λέριδα (Lleida,362.206 κάτ.), Ταραγκόνα (Tarragona, 609.673 κάτ.) και Χερόνα (Girona, 565.304 κάτ.). Η πόλη της Λέριδα, η Ilerda των Ρωμαίων, οι οποίοι την είχαν καταλάβει το 49 μ.Χ., βρίσκεται σε ωραία θέση πάνω στον ποταμό Σέγκρε. Διαθέτει φρούριο του 12ου αι. και έναν ρομανογοτθικό ναό. Έχει εργοστάσια τροφίμων και χημικής βιομηχανίας και παρουσιάζει ζωηρή εμπορική κίνηση για τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα της περιοχής. Η πόλη της Χερόνα, προρωμαϊκής καταγωγής, βρίσκεται στη συμβολή του Ονιάρ με τον Τερ και αποτελεί καλλιτεχνικό κέντρο με πλήθος μνημείων (τα παλαιά τείχη, τη γοτθική μητρόπολη, τα λεγόμενα ΑραβικάΛουτρά κ.ά.) καθώς επίσης έδρα πολλών βιομηχανιών υφασμάτων και τροφίμων. Γύρω από τη Βαρκελώνη βρίσκονται πολλές πόλεις, κυρίως βιομηχανικές, όπως η Οσπιταλέτ, όπου υπάρχουν μεγάλα χημικά και σιδηρουργικά εργοστάσια, η Μπανταλόνα, η ρωμαϊκή Baetulo, έδρα σημαντικών χημικών, υφαντουργικών και μεταλλομηχανικών βιομηχανιών, η Σαμπαντέλ, μεγάλο κέντρο εριουργίας, καθώς και η Ταράσα, που χτίστηκε κοντά στα ερείπια της ρωμαϊκής αποικίας Egara και διατηρεί αξιόλογα μνημεία, μεταξύ των οποίων το φρούριο και τις βησιγοτθικές εκκλησίες του Σαν Μιγκέλ και της Σάντα Μαρία (σήμερα μουσείο). Άλλα σημαντικά αστικά κέντρα είναι η Μανρέσα και το Ματαρό, μεγάλο λιμάνι στη Μεσόγειο και έδρα μηχανικών και υφαντουργικών βιομηχανιών. Στην επαρχία της Ταραγκόνα βρίσκονται οι αγροτοεμπορικές πόλεις Τορτόσα (στον Έβρο) –η οποία ιδρύθηκε από τον Σκιπίωνα τον Αφρικανό με την ονομασία Dertosa– και Ρέους, σε μικρή απόσταση από την πρωτεύουσα της επαρχίας. Τέλος, στην ακτή αποκτούν διαρκώς μεγαλύτερη τουριστική σημασία οι λουτροπόλεις Σίτχες, Σαν Φελίου ντε Γκισόλς και Τόσα ντε Μαρ. Ιστορία. Αφού ενσωματώθηκε από τους Ρωμαίους στην επαρχία της Hispania Tarraconensis, η Κ. αποτέλεσε, μαζί με άλλες συνοριακές περιοχές, την ισπανική Μαρκιονία (Marca Hispanica) των Φράγκων, οι οποίοι την οργάνωσαν ως αριστοκρατικό και φεουδαρχικό κράτος. Τον 9o αι. μ.Χ. η Μαρκιονία ενσωματώθηκε στην κομητεία της Βαρκελώνης και το 1137 ενώθηκε με την Αραγονία, έπειτα από τον γάμο του Ραϊμόνδου Βερεγγαρίου Δ’ με την Πετρονίλα, κληρονόμο του θρόνου της Αραγονίας. Οι κόμητες-βασιλιάδες έστρεψαν αρχικά την επεκτατική πολιτική τους προς τη Γαλλία, έπειτα όμως από την ήττα του Μιρέ (1215), όπου ο Πέτρος Α’ σκοτώθηκε πολεμώντας εναντίον του Σιμόν του Μονφόρ, εγκατέλειψαν τις βλέψεις τους σε γαλλικά εδάφη, για να στραφούν προς τον ναυτικό επεκτατισμό. Η βασιλεία του Ιακώβου A’ (1213-76) ήταν περίοδος εξαιρετικής δόξας και ευημερίας για την Κ. Τότε άνθησαν οι νομικές σπουδές, ενώ η μεγάλη ελευθερία που παραχωρήθηκε στις κοινότητες ευνόησε τη γρήγορη ανάπτυξη του πληθυσμού. Η κατάκτηση της Βαλένθια και της Μαγιόρκα άνοιξε τον δρόμο για τη μετέπειτα κατάκτηση της Σικελίας από τον Πέτρο B’ τον Μεγάλο (1276-85) και της Μινόρκα επί βασιλείας του Αλφόνσου Α’ (1285-91), ενώ ο Ιάκωβος B’ (1291-1327) προσάρτησε τη Σαρδηνία και την Κορσική, εγκαταλείποντας τη Σικελία. Στο μεταξύ, ο καταλανικός στόλος, πλούσιος και ισχυρός, κατάφερε να εξελιχθεί σε σύντομο διάστημα σε έναν από τους μεγαλύτερους στόλους της εποχής τόσο σε αριθμό σκαφών όσο και σε όγκο εμπορίου. Στα μέσα του 15ου αι., ωστόσο, άρχισε η παρακμή της Κ., με την ένωση των βασιλείων της Αραγονίας και της Καστίλης (1479), έπειτα από τον γάμο της Ισαβέλλας και του Φερδινάνδου (1469). Η Καστίλη στην πραγματικότητα επιζητούσε να εφαρμόσει συγκεντρωτική πολιτική και να απορροφήσει το καταλανικό εμπόριο. Έπειτα από τη μείωση της εμπορικής κίνησης στη Μεσόγειο, μια βαθιά οικονομική κρίση, που επηρέασε τους αγώνες που διεξήγαγε στην Ιταλία ο Αλφόνσος E’ για να υποστηρίξει την Ιωάννα B’ της Νάπολης εναντίον των Ανδηγαυών, συνετέλεσε στην επιτάχυνση αυτής της παρακμής. Το 1788 η παραχώρηση του δικαιώματος εμπορικών συναλλαγών με την Αμερική από τον Κάρολο Γ’ (1759-88) αναζωογόνησε την παλιά καταλανική ευημερία και προετοίμασε το έδαφος για τα ισχυρά αυτονομιστικά κινήματα του 19ου αι. και τη βιομηχανική αναγέννηση. Το 1932 παραχωρήθηκε από το κεντρικό κράτος καθεστώς αυτονομίας στην Κ. Το κίνημα του 1934 για πλήρη ανεξαρτησία απέτυχε, αλλά η Κ. αποτέλεσε αυτόνομη δημοκρατία (generalità) με δικό της κοινοβούλιο το 1936. Σε όλη τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου η περιοχή υπήρξε το προπύργιο της αντίστασης εναντίον των εθνικιστών του στρατηγού Φράνκο. Η Βαρκελώνη βομβαρδίστηκε σφοδρά το 1938 και τελικά έπεσε στα χέρια του εθνικού στρατού τον Ιανουάριο του 1937. Με τη νίκη του στρατηγού Φράνκο (1939) και την επιβολή του αυταρχικού καθεστώτος, η περιοχή αποτέλεσε πάλι τμήμα του συγκεντρωτικού ισπανικού κράτους, χωρίς καμία πολιτική, πολιτιστική ή γλωσσική αυτονομία. Μετά τον θάνατο του Φράνκο και την παλινόρθωση της μοναρχίας στην Ισπανία, της χορηγήθηκε καθεστώς περιορισμένης αυτονομίας στο πλαίσιο του ισπανικού κράτους. Οι Καταλανοί στην Ελλάδα. Το δεύτερο μισό του 13ου αι. συγκροτήθηκε από Καταλανούς και Αραγονίους ένα μισθοφορικό σώμα, το οποίο αποτελούσε εκείνη την εποχή την ισχυρότερη δύναμη πεζικού σε όλη την Ευρώπη και έμεινε στην ιστορία με την ονομασία Καταλανική Εταιρεία. Στο ελληνικό κείμενο του Χρονικού τουΜορέως αναφέρεται με την ονομασία Κουμπάνια (Εταιρεία). Όταν, το 1302, οι Καταλανοί μισθοφόροι έμειναν άνεργοι έπειτα από την επικράτηση του Φρειδερίκου B’, τον οποίο είχαν υπηρετήσει στη Σικελία, ο αρχηγός της Εταιρείας, Ρογήρος Δεφλόρ, προσέφερε τις υπηρεσίες του στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ανδρόνικο B’ Παλαιολόγο, ο οποίος σκέφτηκε να τους χρησιμοποιήσει εναντίον των Τούρκων στη Μικρά Ασία, γι’ αυτό τους προσέφερε μεγάλους μισθούς. Οι Καταλανοί έγιναν δεκτοί με μεγάλες τιμές στην Κωνσταντινούπολη και ο αυτοκράτορας έδωσε στον Δεφλόρ ως σύζυγο την ανιψιά του, Μαρία, κόρη της αδελφής του, Ειρήνης, και του τσάρου των Βουλγάρων Ασάν. Οι γάμοι τελέστηκαν με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια. Οι Καταλανοί σημείωσαν πολλές και μεγάλες νίκες εναντίον των Τούρκων. Γρήγορα όμως οι φοβεροί και τρομεροί αυτοί επαγγελματίες πολεμιστές έγιναν πληγή και για τον Βυζαντινό αυτοκράτορα, λεηλατώντας ολόκληρες επαρχίες της αυτοκρατορίας, ώσπου o γιος του αυτοκράτορα, Μιχαήλ –που πάντα τους αντιμετώπιζε με δυσπιστία–, απέστειλε πράκτορες στην Αδριανούπολη, για να δολοφονήσουν τον Δεφλόρ. Το γεγονός αυτό εξαγρίωσε περισσότερο τους Καταλανούς, οι οποίοι, με τον νέο αρχηγό τους, Βερεγγάριο Δεντέντζα, ερήμωσαν τη Θράκη και τη Μακεδονία και επιχείρησαν να καταλάβουν τη Θεσσαλονίκη. Ο Δεντέντζα μάλιστα έλαβε τον τίτλο του μέγα δούκα της Ρομανίας, κυρίου της Ανατολής και των νήσων της αυτοκρατορίας, αλλά είχε την ατυχία να συλληφθεί αιχμάλωτος από τους Γενοβέζους, οι οποίοι τον θανάτωσαν. Ο διάδοχός του, Βερεγγάριος Ροκαφόρτε, που έγινε ουσιαστικά κύριος της Μακεδονίας και της Θράκης, φιλοδόξησε να γίνει βασιλιάς της Θεσσαλονίκης και κατασκεύασε σφραγίδα με τον Άγιο Δημήτριο. Το 1309 οι Καταλανοί εισέβαλαν στη Θεσσαλία με 8.000 άντρες, από τους οποίους οι 1.100 ήταν εκχριστιανισμένοι Τούρκοι. Το 1310 κατέλαβαν τη Λαμία και έγιναν κύριοι όλης της Στερεάς Ελλάδας και της Θεσσαλίας, αν και υπέστησαν μεγάλη ήττα από τους Γαλαξιδιώτες. Έπειτα από μια σφοδρή μάχη στην Κωπαΐδα (15 Μαρτίου 1311), όπου σκοτώθηκαν σχεδόν όλοι οι Φράγκοι ιππότες, οι Καταλανοί έγιναν κύριοι του δουκάτου της Αθήνας, το οποίο διατήρησαν υπό την κατοχή τους για περισσότερα από 5 χρόνια. Χάρη στις πολεμικές τους ικανότητες αντιμετώπισαν νικηφόρα τα αναρίθμητα κρατίδια (ελληνικά, φραγκικά, αλβανικά, σερβικά) που υπήρχαν τότε στον ελληνικό χώρο, αλλά ήταν ανίκανοι να οργανώσουν κρατικό μηχανισμό. Τελικά υπέκυψαν στα χτυπήματα της Βενετίας και το 1385 το καταλανικό κράτος της Αθήνας διαλύθηκε από τον Νέριο Ατσαγιόλι, ο οποίος κατέλαβε την Αθήνα και ανακηρύχθηκε δούκας της. Ο τελευταίος αρχηγός της Καταλανικής Εταιρείας, Δον Πέντρο ντε Πάου, έζησε με την ανοχή των Βενετών πολιορκημένος στην Ακρόπολη έως τον θάνατό του (5 Νοεμβρίου 1387). Λογοτεχνία. Η λογοτεχνία στην καταλανική γλώσσα γνώρισε μια πρώτη περίοδο ακμής με τον Ραμόν Λούλιο (στα καταλανικά Ramon Llull, Ραμόν Λιούλ), την εποχή της ποίησης των προβηγκιανών τροβαδούρων, στην οποία συνέβαλαν κατά κάποιον τρόπο και ορισμένοι Καταλανοί ποιητές που έγραφαν στα προβηγκιανά, όπως o Γκιλιέρμο ντε Μπεργκαντά. Δεύτερη και ζωηρή άνθηση σημειώθηκε με τον Αούσιας Μαρκ, στις αρχές της Αναγέννησης. Ο Λούλιο, εγκυκλοπαιδικός συγγραφέας, στον οποίο ανήκουν μυστικιστικά και φιλοσοφικά έργα, αναφέρεται κυρίως για τις ελεγείες του και το αλληγορικό μυθιστόρημα Blanquerna. Ο Μαρκ, θεωρούμενος ως ο Πετράρχης της K., ήταν μέλος μιας εκλεκτής ομάδας ποιητών της Βαλένθια, οι οποίοι επηρέασαν σημαντικά και την καστιλιανική Αναγέννηση. Ωστόσο, η πολιτική και οικονομική παρακμή της Κ. και η κολοσσιαία ανάπτυξη της καστιλιανικής λογοτεχνίας και παιδείας από τον 16o έως τον 18ο αι. επέφεραν στασιμότητα στα καταλανικά γράμματα. Μόνο στα τέλη του 18ου αι., έπειτα από τη βιομηχανική επανάσταση και τη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού, η καταλανική περιοχή ανέκτησε έναν βαθμό οικονομικής ευημερίας όπως και συνείδηση της εθνικής υπόστασής της, την οποία ακολούθησαν τάσεις χειραφέτησης από τη συγκεντρωτική Ισπανία. Ακριβώς εκείνη την εποχή ο Αντόνιο ντε Καπμανί (1742-1813), ενώ διακήρυσσε ότι «η καταλανική γλώσσα είναι νεκρή για τη δημοκρατία των γραμμάτων», υποστήριζε τοπικιστικές τάσεις, που σηματοδότησαν την αρχή της λεγόμενης καταλανικής αναγέννησης. Μεταξύ του 1815 και του 1820 o Αντόνι Πουτς ι Μπλανκ (1775-1840) έγραψε δύο ποιήματα στα καταλανικά, τα οποία γνώρισαν ταχεία διάδοση, και το 1814 ο Χ. Π. Μπαλιότι Τόρες (1760-1821) εξέδωσε το Γραμματική και απολογία της καταλανικήςγλώσσας. To 1833 ο Μπουεναβεντούρα Κάρλος Αριμπάου (1798-1862) εξέδωσε την περίφημη Ωδή στηνπατρίδα, με την οποία εγκαινίασε την τυπικά ρομαντική φάση της καταλανικής αναγέννησης, η οποία συνοδεύτηκε από την έξαρση των εθνικών αισθημάτων. Μεταξύ 1822 και 1824 στην επιθεώρηση ElEuropeo, που εκδόθηκε στη Βαρκελώνη, δημοσιεύτηκαν οι πρώτες μεταφράσεις του λόρδου Βύρωνα και του Σέλεϊ. Στο πιο αξιόλογο βιβλίο νεότερης ποίησης σε καταλανική γλώσσα, το Lo zampognaio delLlobregat (1841) του Χοακίμ Ρουμπιόι Ορς (1818-1899), διακρίνονται απηχήσεις του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, που συναντώνται και σε μεταγενέστερους ποιητές, όπως o Μανουέλ Μιλά ι Φοντανάλς (1818-1884) και ο Πονς Γκαλιάρζα (1823-1894). Πρωτεργάτρια της ενότητας των περιοχών που μιλούν την καταλανική γλώσσα ήταν η Μαρία Αγκιλό (1825-1897), που συγκέντρωσε γύρω της πολλούς οπαδούς, μεταξύ των οποίων τον Τεοντόρ Λιορέντε (1836-1911). Στο μεταξύ, ξανάρχισε στη Βαρκελώνη η διοργάνωση των jocs florals (παιχνίδια με λουλούδια), ποιητικών διαγωνισμών που είχαν εγκαινιαστεί τον 14ο αι., σύμφωνα με προβηγκιανά πρότυπα, όπου βραβευόταν κάθε χρόνο ο καλύτερος ποιητής. Οι περισσότεροι από όσους έπαιρναν μέρος στους αγώνες αυτούς δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόλογοι καλλιτέχνες, αλλά από τα jocs ξεπήδησαν και αληθινές αποκαλύψεις. Τέτοια ήταν η περίπτωση του Χαθίντ Βερνταγκέρ, στο έργο του οποίου ο μυστικισμός συγχέεται με ένα επικολυρικό αίσθημα της φύσης. Σύγχρονοί του ήταν οι Μικέλ Κόστα ι Λιομπέρα (1854-1922) και ο Χοάν Αλκοβέρ (1854-1926). Το καταλανικό θέατρο, ανάμεσα στους εκπροσώπους του οποίου συγκαταλέγεται ο ποιητής και κριτικός Βίκτορ Μπαλαγκέρ (1824-1901), έφτασε σε αξιόλογη ανάπτυξη με τον Φρεντερίκ Σολέρ (1839-1895), τον λεγόμενο Πιτάρα, ενώ στην ποίηση διακρίθηκε, μετά τον Βερνταγκέρ, ο Ανχέλ Γκιμερά (1847-1924), συγγραφέας δραμάτων και τραγικών ποιημάτων, στα οποία έθιγε τα νέα κοινωνικά προβλήματα. Η νεότερη καταλανική πεζογραφία, έπειτα από ορισμένα διστακτικά εγχειρήματα συγγραφής ιστορικού μυθιστορήματος, άρχισε να αναπτύσσεται σημαντικά με τη διάδοση του ευρωπαϊκού νατουραλισμού· οι Χοσέπ Πιν ι Σολέρ (1842-1927), Ναρσίς Ολιέρ ι Μοράγκες (1846-1930), Προυντενσί Μπερτράνα και Βίκτορ Καταλά (1873-1952), μαζί με άλλους λιγότερο σημαντικούς, ήταν οι κυριότεροι δημιουργοί της. Με τον Σαντιάγκο Ρουσινιόλ (1861-1931) και τον Ιγκνάσι Ιγκλέσιας (1871-1928), το καταλανικό θέατρο, εγκαταλείποντας τους κανόνες του έμμετρου ιστορικού ρομαντικού δράματος, προτίμησε την περιγραφή της καθημερινής ζωής των λαϊκών τάξεων, ενίοτε με λαϊκιστικές τάσεις. Τέλος, στον Χοάν Μαραγκάλ, τυπικό εκπρόσωπο της γενιάς του 1898, το έργο του οποίου αποτελεί γέφυρα μεταξύ της ρομαντικής και της σύγχρονης ποίησης, οφείλεται η ανανέωση της ποίησης και της ίδιας της γλώσσας της περιοχής του. Στη γλωσσική αυτή εξέλιξη συνέβαλαν, μολονότι έμμεσα, οι μελέτες του φιλόσοφου Πομπέου Φάμπρα –πέθανε στην εξορία, έπειτα από τον εμφύλιο πόλεμο του 1936–, που έτειναν να επαναφέρουν στην καταλανική γλώσσα την αρχική της καθαρότητα. Ο Χοσέπ Καρνέρ, προσκολλημένος στην ποίηση του 19ου αι., προσπάθησε να συνδιαλλαγεί με τη συμβολική αισθητική, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί το έργο του ως «ποίηση παρακμής» από τον ποιητή και φίλο του Γκεράου ντε Λιοστ. Κατά την πρώτη εποχή της αυτονομίας της καταλανικής generalità δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία λογίων, μεταξύ των οποίων και ο Εουχένιο ντ’ Ορς –που αργότερα προτίμησε να γράφει στα καστιλιανικά–, το Institut d’ Estudis Catalans, από το οποίο προήλθε το Fundacio Bernat Metge για τη διάδοση των ανθρωπιστικών σπουδών. Την ίδια εποχή εκδόθηκαν σημαντικά περιοδικά, όπως το Avenc και La Revista. Οι νέοι λογοτέχνες των αρχών του 20ού αι. έδειχναν διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις πρωτοποριακές αισθητικές θεωρίες, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά τις ευρωπαΐζουσες τάσεις της Κ. Στην ίδια περίοδο ανήκει η καταλανική εργασία του Πικάσο και άλλων ζωγράφων, όπως οι Μιρό και Σουνιέρ. Το 1919 εκδόθηκαν οι Ρίμες του Κάρλες Ρίμπα, που μπορεί να θεωρηθεί ο μεγαλύτερος ποιητής της Κ. κατά τον 20ό αι. Ο Χοσέπ Μαρία ντε Σαγκάρα, ο δημοφιλέστερος κωμωδιογράφος της K., είχε αρχίσει στο μεταξύ να αντιδρά κατά του ρεαλιστικού θεάτρου στα τέλη του 19ου αι. Ωστόσο, η γλωσσική αυτονομία που οραματιζόταν η Κ. διακόπηκε απότομα με τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και τη νίκη του Φράνκο το 1939, οπότε απαγορεύτηκε η χρήση της καταλανικής γλώσσας. Μετά το 1950, η απαγόρευση, που είχε καταδικάσει σε σιωπή τους συγγραφείς που είχαν μείνει στην Ιβηρική χερσόνησο, χαλάρωσε έως ένα σημείο. Άνθησε έτσι ξανά η ποίηση, με σημαντικότερους εκπροσώπους τη Μαρία Μανέντ, τον Σαλβαδόρ Εσπριού, τον Χοάν Βινιόλι και τη Μόγια Χιλαμπέρτ. Στην πεζογραφία διακρίθηκαν, μεταξύ άλλων, ο Κάρλες Σολντεβίλα, ο Μιγκέλ Λιορ Φορκάντα, που μπορεί να θεωρηθεί κλασικός της καταλανικής πεζογραφίας του 20ού αι., κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο σκιαγραφεί το σκοτεινό φόντο που περιβάλλει τη ζωή των μικροαστών και της μεσαίας αστικής τάξης των πόλεων, και o Σεμπαστιάν Αρμπό, που έπειτα από μια λαμπρή βιογραφία του Θερβάντες (1946) επιβεβαίωσε τη φήμη του ώριμου αφηγητή με μυθιστορήματα από τη ζωή της υπαίθρου και των πόλεων, τα οποία προκάλεσαν τον ζωηρό ενθουσιασμό της ευρωπαϊκής κριτικής. Επίσης πολύ γνωστά διεθνώς είναι τα μυθιστορήματα της Μερσέ Ροντορέντα. Ανάμεσα στους νεότερους δοκιμιογράφους, διακρίνονται ο Λιουίς Νικολάου ντ’ Ολβέρ, που ενδιαφέρεται κυρίως για την καταλανική λογοτεχνία και τέχνη από τις απαρχές τους μέχρι και τον Μεσαίωνα, ο Χοσέπ Φεράτερ Μόρα, συγγραφέας αξιόλογων έργων της ιστορίας του καταλανικού πολιτισμού, και άλλοι εξόριστοι πολιτικοί, που εκπροσωπούν με ζωντάνια την καταλανική λογοτεχνία στην Αμερική. Τέχνη. Μέσα στο γενικό ιστορικό πλαίσιο της ισπανικής τέχνης, η K. παρουσίασε εξαιρετική καλλιτεχνική άνθηση κατά τη ρομανική και τη γοτθική περίοδο (11ος-15ος αι.), ιδιαίτερα στη γλυπτική και στη ζωγραφική. Η ρομανική αρχιτεκτονική της K. δέχτηκε κυρίως λομβαρδικές επιδράσεις, στις οποίες παρεμβλήθηκαν αραβικά στοιχεία. Οι αραβικές μορφές είναι καταφανείς στην εκκλησία του Σαν Πέντρο ντε Ρόντα κοντά στη Χερόνα (11ος αι.), ενώ οι λομβαρδικές επιδράσεις είναι αισθητές στις εκκλησίες της Σάντα Μαρία της Ριπόλ (Χερόνα) και του Σαν Βιθέντε στο φρούριο της Καρντόνα (Βαρκελώνη), η αισθητική αξία των οποίων οφείλεται στις απλές, αυστηρές και μετρημένες μορφές τους. Τον 12ο αι. χρονολογούνται η εκκλησία του Σαν Κλεμέντε της Ταούλ (Λέριδα) και η μητρόπολη της Σέο ντε Ουρχέλ (Λέριδα), με τη χαρακτηριστική λομβαρδική αψίδα της. Η γλυπτική αυτής της περιόδου διακρίνεται για την έντονη εκφραστικότητά της και αποτελεί τη μετάβαση από τα επιπεδόγλυφα διακοσμητικά ανάγλυφα σε μια νέα πλαστική αίσθηση. Σπουδαιότερο καλλιτεχνικό επίτευγμα θεωρείται ο πλούσιος γλυπτικός διάκοσμος του θυρώματος της Σάντα Μαρία της Ριπόλ (12ος αι.), που χαρακτηρίστηκε ως η θριαμβευτική αψίδα του χριστιανισμού. Στο εξαίρετο αυτό έργο οι γαλλικές και λομβαρδικές επιδράσεις έχουν υποστεί μια πρωτότυπη επεξεργασία, η οποία συνδέεται με τη μεγάλη παράδοση των καταλανικών ιστορημένων χειρογράφων, που είχαν επηρεαστεί από την ισλαμική και την ανατολική τέχνη. Με βάση αυτή την πλούσια τοπική παράδοση, η οποία δημιούργησε κώδικες όπως τις Βίβλους της Ρόντα (Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι), της Φάρφα (Βατικανό) και της Κάβα (Παλέρμο), εξηγείται το γεγονός ότι η Κ. υπήρξε το σημαντικότερο κέντρο της ισπανικής ρομανικής τέχνης. Στα μουσεία της Βαρκελώνης και της Βιτς υπάρχουν εξαίρετες συλλογές νωπογραφιών και φορητών εικόνων, που προέρχονται από εκκλησίες διασκορπισμένες στις κοιλάδες των Πυρηναίων, όπως της Ταούλ, της Μποΐ, της Σέο ντε Ουρχέλ, της Πεντρέτ, της Μπουργάλ κ.ά. Το καθαρό και τονισμένο σχέδιο, το ζεστό και καθαρό χρώμα που εκτείνεται σε μεγάλες επιφάνειες, η έντονη και κάποτε τραγική έκφραση των συναισθημάτων και των ψυχικών διαθέσεων, η νέα αίσθηση της πραγματικότητας και της αλήθειας των αντικειμένων αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των έργων (περίφημα είναι εκείνα του Σαν Κλεμέντε της Ταούλ, που χρονολογούνται το 1123), τα οποία έχουν απομακρυνθεί από τις αφηρημένες και απρόσωπες εκφράσεις της βυζαντινής και της οθωμανικής ζωγραφικής. Ενδιαφέρουσα κατά τη ρομανική περίοδο είναι επίσης η ξυλογλυπτική της περιοχής μεταξύ Κουιξά, Ριπόλ και Βιτς. Από τα αξιολογότερα δημιουργήματά της είναι οι τρεις Μαεστά του ανώνυμου τεχνίτη της Κάλντας (ενοριακός ναός Κάλντας ντε Μοντμπούι, Μουσείο Καταλανικής Τέχνης στη Βαρκελώνη, μουσείο Βιτς), χαρακτηριστικές για την πλαστικότητα και την ελαφρά γραμμική αφαίρεση και πηγές έμπνευσης των ξύλινων αγαλμάτων της μεταβατικής περιόδου, όπως είναι η Σταύρωση του Μουσείου της Βαρκελώνης (1250). Η μετάβαση από τη ρομανική στη γοτθική τέχνη συντελέστηκε χωρίς να διακοπεί η συνέχεια. Την αρχική ώθηση έδωσε το μοναχικό τάγμα των κιστερκιανών που, από το δεύτερο μισό του 12ου αι., ίδρυσε στο ισπανικό έδαφος πολυάριθμες μονές σε βουργουνδικό ρυθμό. Στην Κ. χτίστηκαν τα μοναστήρια της Πόμπλετ και της Σάντα Κρέους (Ταραγκόνα, 12ος αι.), σύμφωνα με τα επιβλητικά και αυστηρά πρότυπα του κιστερκιανού γοτθικού ρυθμού. Από τα κέντρα αυτά διαδόθηκαν τα σταυροθόλια και οι άλλες μορφές του γαλλικού γοτθικού ρυθμού, όπως o περίδρομος, τα πολύλοβα υποστυλώματα, οι μετέωρες αντηρίδες, οι φιάλες, τα πυραμιδοειδή κωδωνοστάσια κ.ά. Η κατασκευή των κτιρίων, που είχαν αρχίσει να ακολουθούν τον ρομανικό ρυθμό, συνεχίστηκε σύμφωνα με τα νέα κριτήρια. Στους καθεδρικούς ναούς της Λέριδα και της Ταραγκόνα o ρομανικός και o γοτθικός ρυθμός συνυπάρχουν, χωρίς να λείπουν βέβαια και τα τοπικά παραδοσιακά στοιχεία. Νέοι καθεδρικοί ναοί, επιβλητικά οικοδομήματα με αυστηρές γραμμές και αρμονικές αναλογίες χτίστηκαν στη Βαρκελώνη, στη Χερόνα και στη Μανρέσα. Στα τέλη του 14ου αι. γεννήθηκε μια κοσμική αρχιτεκτονική, χαρακτηριστική για την κομψότητα και την ελαφρότητα των κτιρίων (Λόνχα της Βαρκελώνης). Στις αρχές του 15ου αι. ο γοτθικός ρυθμός κατέληξε στην τελευταία φλογόμορφη φάση του, στον αποκαλούμενο ρυθμό Ισαβέλλας. Η Σάντα Μαρία ντελ Μάρε στη Βαρκελώνη θεωρείται δείγμα αυτού του πολύπλοκου και πλούσιου υστερογοτθικού ρυθμού. Αλλά και στη γλυπτική της γοτθικής περιόδου υπάρχουν γαλλικές επιδράσεις, οι οποίες ωστόσο ερμηνεύονται με χαρακτηριστικά τοπική δραματική ένταση και ρεαλισμό. Δεν λείπουν οι ιταλικές επιρροές, καταφανείς στη λάρνακα της Αγίας Ευλαλίας στη μητρόπολη της Βαρκελώνης (1327), έργο ενός οπαδού του Πιζάνο, και στο ταφικό μνημείο του Χουάν της Αραγόνα, εμπνευσμένο από τοσκανικά πρότυπα. Τα θυρώματα, τα επιτάφια μνημεία, οι τεράστιες Αγίες Τράπεζες, που κατασκευάζονταν σε όλη τη διάρκεια αυτού του αιώνα, ακολουθούσαν τις διάφορες φάσεις του γοτθικού ρυθμού, από την πρώτη έως τη φλογόμορφη. Στους κυριότερους γλύπτες συγκαταλέγονται ο Χάιμε Καστάις και ο Πέντρο Μόρεϊ καθώς και o καλλιτέχνης του 15ου αι. Πέρε Χουάν ντε Βαλφογκόνα, o οποίος σκάλισε την Αγία Τράπεζα του καθεδρικού ναού της Ταραγκόνα (1462), μετασχηματίζοντας τα φλαμανδικά πρότυπα σε ζωντανές ρεαλιστικές μορφές. Η καταλανική ζωγραφική κατέχει εξέχουσα θέση στην τέχνη της Ευρώπης τόσο για την ποσότητα όσο και για την ποιότητα των έργων. Οι επιρροές της, κυρίως από τη σχολή της Σιένα, είναι ευδιάκριτες στο έργο του Φερέρ Μπάσα, ιδρυτή της καταλανικής σχολής και δημιουργού μιας αξιόλογης σειράς τοιχογραφιών στο μοναστήρι της Πεντράλμπες, κοντά στη Βαρκελώνη, φιλοτεχνημένων 1346 με την ασυνήθιστη τεχνική της ελαιογραφίας. Η ζωγραφική της Σιένα επηρέασε επίσης τον Ραμόν Ντεστόρεντς (τρίπτυχο της Σάντα Μαρία ντε Ιραβάλς, περ. το 1360), τον Πέντρο Σέρα (πολύπτυχο του Αγίου Πνεύματος του καθεδρικού ναού της Μανρέσα, 1394) και τον Λουίς Μπορασά, η ζωγραφική του οποίου είχε ήδη αποκτήσει τους εκλεπτυσμένους τόνους της αυλικής γοτθικής τέχνης (βάση πολύπτυχου του βωμού του Αγίου Πέτρου στην Ταράσα, 1411). Toν 15o αι. η καταλανική ζωγραφική παρέμενε ουσιαστικά γοτθική, αλλά οι ιταλικές επιρροές αντικαταστάθηκαν με την πάροδο του χρόνου από τις γαλλοφλαμανδικές, χωρίς να μειωθεί η πρωτοτυπία των καλλιτεχνών, η καταλανική ιδιοσυγκρασία των οποίων, κράμα έντονου ρεαλισμού και εξπρεσιονισμού, αποτέλεσε πάντοτε το υπόβαθρο των έργων τους. Προς την κατεύθυνση αυτή εργάστηκαν οι ζωγράφοι Μπερνάρντο Μαρτορέλ, Ρομάν ντε Μουρ, Λουίς Νταλμάου (ο οποίος, στο Εικονοστάσιο των Συμβούλων στο Μουσείο της Βαρκελώνης, εμφανίζει άμεσες επιρροές από τον Βαν Άικ) και τέλος ο Χάιμε Ουγκέτ και ο Πάμπλο Βεργκός, οι δύο πιο αντιπροσωπευτικοί ζωγράφοι της καταλανικής τέχνης στο δεύτερο μισό του 15ου αι. Τον 16o αι. εμφανίστηκε κάποιος μαρασμός στην καλλιτεχνική δραστηριότητα της Κ. Από αυτή την περίοδο η τέχνη της εντάχθηκε στο γενικό πλαίσιο της ισπανικής. Αξιοσημείωτη ωστόσο είναι και η καλλιτεχνική συμβολή της Βαρκελώνης, με τις νεωτερίζουσες αντιλήψεις της στα τέλη του 19ου αι., στο έργο του Πάμπλο Πικάσο και στην αρχιτεκτονική του Αντόνιο Γκαουντί, εμπνευσμένη από τον παραδοσιακό εξπρεσιονιστικό συμβολισμό της Κ., o οποίος διατηρείται μέχρι τις ημέρες μας. καταλανική γλώσσα.Ανήκει στην ομάδα των ρομανικών γλωσσών και ομιλείται στην περιοχή της Κ. (εκτός από τη ζώνη του Βάλιε ντε Αράν), σχεδόν σε όλο το παλαιό βασίλειο της Βαλένθια, στα νησιά των Βαλεαρίδων, σχεδόν σε όλο τον γαλλικό νομό των Ανατολικών Πυρηναίων (ιδιαίτερα στην περιοχή της Ρουσιγιόν), στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας (όπου είναι η επίσημη γλώσσα), σε μεγάλη έκταση στα Α των επαρχιών Ουέσκα, Σαραγόσα και Τερουέλ και τέλος στην πόλη του Αλγκέρο, στη δυτική ακτή της Σαρδηνίας. Υπολογίζεται ότι η καταλανική γλώσσα ομιλείται συνολικά από 6.000.000 άτομα. Βάση αυτής της γλώσσας, όπως όλων των ρομανικών γλωσσών, είναι η λατινική και κυρίως αυτή της τελευταίας περιόδου. Με την εξέλιξη των λατινικών φθόγγων, η καταλανική απέκτησε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με τις άλλες ρομανικές γλώσσες. Τα επτά φωνήεντα (a, e ανοιχτό, ο ανοιχτό, e κλειστό, ο κλειστό, i,u) που είχε η δημώδης λατινική στις τονιζόμενες συλλαβές, τα οποία γενικά στις ρομανικές γλώσσες μεταμορφώθηκαν σε διφθόγγους, στην καταλανική γλώσσα –που έχει ελάχιστες διφθόγγους– έμειναν αμετάβλητα. Για παράδειγμα, από το κλασικό λατινικό novum, το οποίο στη δημώδη λατινική έγινε novu (με ο ανοιχτό), προέρχεται το καστιλιανικό nuevo, το γαλλικό neuf, το ιταλικό nuovo και το καταλανικό nou (που στο θηλυκό γίνεται nova) με το ο ανοιχτό, όπως παρουσιάζεται και στη δημώδη λατινική. Στις άτονες συλλαβές, το καταλανικό σύστημα φωνηέντων είναι ριζικά απλοποιημένο σε σχέση με τη δημώδη λατινική· τα επτά φωνήεντα των λατινικών περιορίζονται σε τρία (e κλειστό, i, u). Για παράδειγμα, τo δημώδες λατινικό turnare γίνεται turnά και το δημώδες λατινικό durare, durά. Όπως φαίνεται, το κλειστό ο και το u της δημώδους λατινικής εξελίχθηκαν σε u κ.ο.κ. Ενώ γενικά τα απλά αρχικά σύμφωνα που κατάγονται από τη δημώδη λατινική μένουν αμετάβλητα, το λατινικό αρχικό l γίνεται υγρό, δηλαδή αποκτά έναν ήχο σαν λι (στις λέξεις λιανός, λιοπύρι). Στα καταλανικά ο φθόγγος αυτός γράφεται με διπλό l: από το δημώδες λατινικό libra προκύπτει το καταλανικό lliura, από το δημώδες λατινικό luna το καταλανικό lluna κλπ. Τα καταλανικά, ως γλώσσα που ομιλείται κυρίως από τον λαό, είναι ιδιαίτερα ζωντανά στην Κ. και στα νησιά των Βαλεαρίδων και λιγότερο διαδεδομένα στη ζώνη της Βαλένθια· αντίθετα, τείνουν να εξαφανιστούν στις περιοχές της Ρουσιγιόν, όπου ουσιαστικά εκτοπίζονται από την αφομοιωτική δύναμη της γαλλικής γλώσσας. Η εκκλησία του Σαν Φελιού στη Χερόνα, οικοδόμημα με ιδιόμορφη αρχιτεκτονική. «Ο άγιος Γεώργιος», λεπτομέρεια από δίπτυχο τον Χάιμε Ουγκέτ (β' μισό 15ου αι.), που αποτελεί εξαίρετο δείγμα καταλανικής ζωγραφικής (Μουσείο Καταλανικής Τέχνης, Βαρκελώνη). «Ο Λάζαρος», τοιχογραφία άγνωστου Καταλανού ζωγράφου του 12ου αι. Κτίριο του αρχιτέκτονα Αντόνιο Γκαουντί στη Βαρκελώνη (φωτ. Ρ. Καλιμτζάκη). Πολλά μνημεία της Καταλονίας μαρτυρούν ξενικές επιδράσεις, όπως ο ναός Σαν Βιθέντε της Κορντόνα, έργο του 11ου αι., που θυμίζει ανάλογες λομβαρδικές οικοδομές. Ο καθεδρικός ναός της Ταραγκόνα, γοτθικού ρυθμού, άρχισε να χτίζεται το 1100 και τελείωσε περίπου το 1300. Το καθολικό της μονής του Σαν Κούγατ ντελ Βαλές, στα περίχωρα της Βαρκελώνης, του 13ου αι., με γοτθικούς ρόδακες στην πρόσοψη. Τοπίο κοντά στο Σίτχες της Καταλονίας. Το περίφημο μοναστήρι του Μονσεράτ, που χτίστηκε τον 9o αι. γύρω από ένα παρεκκλήσι. Η περιοχή Κόστα Μπράβα της Καταλονίας. Η Λέριδα, πρωτεύουσα της ομώνυμης καταλανικής επαρχίας, είναι η αρχαία Ιλέρντα, την οποία κατέκτησαν οι Ρωμαίοι το 49 μ.Χ. Χτισμένη στις όχθες του Σέγκρε, διατηρεί κάστρο του 12ου αι. Μερική άποψη της Βαρκελώνης, πρωτεύουσας της Καταλονίας (φωτ. Ε. Καλογεροπούλου).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • βασίλεια — (γερμ. Bâsel, γαλλ. Bâle). Πόλη (166.000 κάτ. το 2000) της Ελβετικής Ομοσπονδίας, πρωτεύουσα του ημικαντονίου Βασιλεία Πόλη (γερμ. Bâsel Stadt, γαλλ. Bâle Ville), το οποίο έχει έκταση μόλις 37 τ. χλμ. και 187.700 κατοίκους (2000). Είναι χτισμένη… …   Dictionary of Greek

  • βασιλεία — (γερμ. Bâsel, γαλλ. Bâle). Πόλη (166.000 κάτ. το 2000) της Ελβετικής Ομοσπονδίας, πρωτεύουσα του ημικαντονίου Βασιλεία Πόλη (γερμ. Bâsel Stadt, γαλλ. Bâle Ville), το οποίο έχει έκταση μόλις 37 τ. χλμ. και 187.700 κατοίκους (2000). Είναι χτισμένη… …   Dictionary of Greek

  • κάστρο — Μεσαιωνικό φρούριο· τείχος που περιβάλλει πόλη. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό castellum, υποκοριστικό του castrum και υποδηλώνει, στη ρωμαϊκή ονοματολογία, ένα οχυρό σχετικά περιορισμένων διαστάσεων. Οι δύο αυτοί όροι, ωστόσο, δεν… …   Dictionary of Greek

  • Αραγονία — (Aragόn). Διοικητική περιφέρεια (επίσημα, αυτόνομη περιοχή) και πρώην βασίλειο (47.720 τ. χλμ., 1.199.753 κάτ. το 2001) της Ισπανίας που αποτελείται από τρεις επαρχίες: Ουέσκα, Τερουέλ και Σαραγόσα. Καθεμία από αυτές τις επαρχίες έχει πρωτεύουσα… …   Dictionary of Greek

  • Βαρκελώνη — (Barcelona). Πόλη (1.496.266 κάτ. το 2000) της ΒΑ Ισπανίας στις ακτές της Μεσογείου, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (7.728 τ. χλμ., 4.804.626 κάτ. το 2001) και του γεωγραφικού διαμερίσματος της Καταλονίας. Είναι χτισμένη σε παράλια πεδινή… …   Dictionary of Greek

  • Διεθνείς Ταξιαρχίες — Ομάδες εθελοντών από όλο τον κόσμο που συνέρευσαν μαζικά στην Ισπανία στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1936 39). Πολέμησαν στο πλευρό των Δημοκρατικών και εναντίον του στρατιωτικού κινήματος υπό την ηγεσία του στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο, ο… …   Dictionary of Greek

  • Ιάκωβος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ι. ο πρεσβύτερος. Ένας από τους δώδεκα Αποστόλους. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιωάννη. Μαρτύρησε επί Ηρώδη Αγρίππα Α’, περίπου το έτος 42 μ.Χ. (Πράξεις των Αποστόλων κβ’).… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”